Το δεύτερο μεγάλο και ακόμη πιο “άγνωστο” βουνό του Προορισμού Κάτω Νευροκόπι, το όρος Όρβηλος με την αρχαία ελληνική ονομασία, κυριαρχεί στο βορειοδυτικό τμήμα του Κάτω Νευροκοπίου και αποτελεί το σύνορο μεταξύ της Ελλάδας και της Βουλγαρίας, αλλά και των περιφερειακών ενοτήτων της Δράμας και των Σερρών.

Το όρος Όρβηλος μαζί με τα μικρότερα όρη της Βροντούς στα νότια και το όρος Φαλακρό νοτιοδυτικά, με τις εύφορες κοιλάδες του Κάτω Νευροκοπίου και του Κατάφυτου ανάμεσά τους και τους ποταμούς Νέστο και Δεσπάτη, δίνουν τον ξεχωριστό χαρακτήρα του Προορισμού. Καθορίζουν τα επιμέρους μικροκλίματα, το οικονομικό προφίλ, τα μοναδικά τοπία του αλλά και την πλούσια χλωρίδα και την ολοζώντανη πανίδα του.

Το όρος Όρβηλος θεωρείται “μοναχικό” βουνό καθώς η ανθρώπινη δραστηριότητα κάθε μορφής είναι σπάνια, η κτηνοτροφία λιγοστή και οι χωματόδρομοι ελάχιστοι. Σημαντικότερος είναι αυτός που οδηγεί στην εκκλησία των Ταξιαρχών, πολύ κοντά στα σύνορα με τη Βουλγαρία.

Αντίθετα, τα πανέμορφα μονοπάτια είναι αρκετά, με μεγάλη ποικιλία και επίπεδα δυσκολίας και το βουνό ενδείκνυται για περπάτημα, ορειβασία και εξερεύνηση. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Όρβηλος είναι μέρος των αγώνων βουνού “Frozen Peaks”. Όμως παρά την άγρια ομορφιά και τα μαγευτικά ορεινά τοπία αλλά και το ότι ελάχιστοι ορειβάτες συναντώνται στον Όρβηλο κάθε χρόνο.

Αποτέλεσμα αυτών των συνθηκών είναι η ιδιαίτερη πανίδα που φιλοξενείται στο βουνό με έμφαση στην ορνιθοπανίδα, αλλά και οι πεταλούδες που κάνουν τον Όρβηλο παράδεισο για τους παρατηρητές τους. Τα υποαλπικά λιβάδια με τα απίστευτα χρώματα και αρώματα όλο το χρόνο, τα έλατα, οι οξιές και τα πεύκα, συμπληρώνουν την ταυτότητα του Όρβηλου. Στα νότια του Όρβηλου υπάρχει η πανέμορφη τεχνητή λίμνη του Καταφύτου με τις δαντελωτές ακτές το χαρακτηριστικό νησάκι της.

 

Ταξιάρχες Ακρινού

Η μεταβυζαντινή τρίκλιτη ξυλόστεγη βασιλική των Ταξιαρχών Μιχαήλ και Γαβριήλ (1848) βρίσκεται στον εγκαταλελειμμένο  οικισμό του Ακρινού, στα βόρεια των οικισμών του Καταφύτου (16 λεπτά / 7 χλμ.) και του Βαθυτόπου (14 λεπτά / 7 χλμ.). Ξεχωρίζει για τις, ξεχωριστής μεταγενέστερης αισθητικής, τοιχογραφίες του 1860 με παραστάσεις από την Παλαιά και την Καινή διαθήκη, που μιμούνται υστεροβυζαντινά πρότυπα.

Άξιο αναφοράς είναι το διήμερο πανηγύρι, την παραμονή και ανήμερα της εορτής των Αρχαγγέλων (7-8 Νοεμβρίου), με συμμετοχή πιστών και από τις 2 μεριές των συνόρων, καθώς και η παρασκευή του παραδοσιακού φαγητού “κεσκέκι”, άμεσα συνδεδεμένου με τη γιορτή.